Μπρούσκο – Θρήνος στην κηδεία του παιδιού …

Μπρούσκο - Θρήνος στην κηδεία του παιδιού Το παιδί της Ολγας και του Σήφη αφήνει την τελευταία του πνοή λίγο μετά το χειρουργείο. Με το άκουσμα της τραγικής είδησης όλοι είναι συντετριμμένηοικαι πολύ περισσότερο η Ολγα και ο Σήφης. Οι ώρες μέχρι την κηδεία του μωρού περνούν δύσκολα, ενώ ο Σήφης ψάχνει τον τρόπο που θα πει την αλήθεια στη Στεφανία. Οι σκηνές που εκτυλίσσονται θυμίζουν αρχαία τραγωδία και οι μέρες που θα ακολουθήσουν ακόμα πιο δύσκολες για το ζευγάρι.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Σήφης είναι ο πρώτος που μαθαίνει το θάνατο του μωρού και πηγαίνοντας κοντά σε όλους ψιθυρίζει στον Παύλο «Εφυγε»! Ο Παύλος στρέφει λίγο το κεφάλι από την άλλη και δακρύζει. Ο Σήφης, διαλυμένος, εξακολουθεί να κρατάει σφιχτά την Ολγα στην αγκαλιά του που ’ναι σαν χαμένη και τρέχουν δάκρυα από τα μάτια της. Στο μεταξύ έρχεται κοντά και η Αναστασία δακρυσμένη και χαϊδεύει την Ολγα: «Ολγα, μην το κρατάς μέσα σου, κλάψε να ξεσπάσεις», της λέει. Εκεί φτάνει και ο Χρήστος ο αδελφός τη Ολγας. Μόλις τον βλέπει πέφτει στην αγκαλιά του και σπαράζει, ενώ ο Σήφης βγαίνει έξω από το σπίτι και ξεσπάει… Κλαίει και χτυπάει το κεφάλι του, μακρυά από όλους θρηνεί το παιδί του.
Η Στεφανία που ακόμα δεν ξέρει τι έχει συμβεί, πηγαίνει στον πατέρα της γεμάτη απορία: «Σήφη μου, γιατί η ΌΟγα κλαίει; Πήγα να ρωτήσω και μου είπε “σε παρακαλώ άσε με” κι έκλαιγε». Ο Σήφης δεν μπορεί άλλο να της το κρατήσει μυστικό και αποφασίζει να της πει την αλήθεια: «Το μωράκι μας χθες, επειδή γεννήθηκε πάρα πολύ μικρό, έπρεπε να κάνει ένα χειρουργείο». Η Στεφανία αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά: «Τι; Επαθε κάτι; Τι έπαθε; Θα μιλήσεις κάποτε; Τι έπαθε;» Ο Σήφης βουρκωμένος της λέει ότι δεν άντεξε το μωρό και η Στεφανία αρχίζει να ουρλιάζει: «Γιατί πρέπει συνέχεια να μου λες άσχημα πράματα; Γιατί; Γιατί; Γιατί;». Ο Σήφης την αφήνει λίγο να ξεσπάσει και μετά τη βουτάει στην αγκαλιά του – η μικρή γραπώνεται πάνω του και το σώμα της τραντάζεται από λυγμούς.

Η μέρα της κηδείας έχει φτάσει, όλοι είναι αποκαμωμένοι από τα κλάματα και το θρήνο, ακόμα και η Στεφανία κάθεται αμίλητη και μόνο όταν βλέπει την Ολγα με μάτια κατακόκκινα από τα κλάματα, πέφτει στην αγκαλιά της να την παρηγορήσει: «Μην κλαις. Μέχρι να κάνεις άλλο παιδάκι, θα είμαι εγώ το παιδάκι σου. Θέλεις;», της λέει. Ο Σήφης ετοιμάζεται για το νεκροταφείο και τρυφερά λέει στην Ολγα: «Ολγα, πλησιάζει η ώρα, πρέπει να ετοιμαστούμε». Η Ολγα σαν χαμένη του λέει ότι θα ντυθεί σε λίγο, ενώ η Στεφανία του ζητάει να πάει κι αυτή στο νεκροταφείο και ο Σήφης το δέχεται.
Σε λίγο όλοι είναι έτοιμοι για το τελευταίο αντίο, μαυροφορεμένοι με κατακόκκινα μάτια και λευκά λουλούδια συνοδεύουν το αγγελούδι τους. Ο θρήνος απλώνεται παντού, ενώ η ζωή της Ολγας δείχνει σαν να σταμάτησε εκεί…